Αναβολή στα φινλανδικά

Μετάφραση: αναβολή, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
viivytys, lykkäys, hidastelu, viivästys, lykkäämistä, lykkäämisestä, lykkääminen, lykkäämisen
Αναβολή στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβολή

αναβολή στράτευσης, αναβολή στρατού, αναβολή για κρείσσονες, αναβολή στην ποινική δίκη, αναβολή για κοινωνικούς λόγους κεπ, αναβολή λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αναβολή στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • αναβιώνω στα φινλανδικά - virvoittaa, virkistää, elvyttää, elvyttämään, elvyttämiseksi, elpyä, elvyttäminen
  • αναβλύζω στα φινλανδικά - hyvästi, kaivo, purskahtaa, terve, huomattavasti, paljon, hyvin, ...
  • αναβοσβήνω στα φινλανδικά - räpytellä, räpyttää, vilkkua, välkkyä, vilkkuu, vilkkuvat, vilku, ...
  • αναγέννηση στα φινλανδικά - renessanssi, uudistuminen, palautuminen, uudistaminen, regenerointi, elvyttämiseen
Τυχαίες λέξεις
Αναβολή στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: viivytys, lykkäys, hidastelu, viivästys, lykkäämistä, lykkäämisestä, lykkääminen, lykkäämisen