Ανεπηρέαστος στα νορβηγικά

Μετάφραση: ανεπηρέαστος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
upåvirket, påvirkes, påvirkes ikke, uberørt, påvirket
Ανεπηρέαστος στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεπηρέαστος

ανεπηρέαστος συνώνυμα, ανεπηρέαστος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ανεπηρέαστος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ανεπάρκεια στα νορβηγικά - insuffisiens, nyrefunksjon, funksjon, svikt, insufficiency
  • ανεπίσημος στα νορβηγικά - tilfeldig, uformell, uformelle, uformelt
  • ανεπιθύμητος στα νορβηγικά - uvel, uvelkommen, uvelkomne, uønskelig, uønsket
  • ανεργία στα νορβηγικά - arbeidsledighet, arbeidsledigheten, ledigheten, ledighet, arbeidsløshet
Τυχαίες λέξεις
Ανεπηρέαστος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: upåvirket, påvirkes, påvirkes ikke, uberørt, påvirket