Ανεπηρέαστος στα γαλλικά

Μετάφραση: ανεπηρέαστος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
insensible, indifférent, impassible, non affecté, pas affectée, pas affecté, affecté, affectée
Ανεπηρέαστος στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεπηρέαστος

ανεπηρέαστος συνώνυμα, ανεπηρέαστος λεξικό γλώσσας γαλλικά, ανεπηρέαστος στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • ανεπάρκεια στα γαλλικά - privation, insuffisance, pénurie, défaut, dénuement, faute, besoin, ...
  • ανεπίσημος στα γαλλικά - simple, adventice, informel, dégagé, occasionnel, vulgaire, véniel, ...
  • ανεπιθύμητος στα γαλλικά - indésirable, impropre, inutile, indu, importun, importune, importuns, ...
  • ανεργία στα γαλλικά - chômage, le chômage, du chômage, taux de chômage, de chômage
Τυχαίες λέξεις
Ανεπηρέαστος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: insensible, indifférent, impassible, non affecté, pas affectée, pas affecté, affecté, affectée