Πειστήριο στα νορβηγικά

Μετάφραση: πειστήριο, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bevis, utstillings, utstilling, utstillingen, utstillingsområde
Πειστήριο στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειστήριο

πειστήριο συνώνυμα, πειστήριο λεξικό γλώσσας νορβηγικά, πειστήριο στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • πεισματικά στα νορβηγικά - hardnakket, sta, stubbornly, hårdnakket, trassig
  • πεισμωμένος στα νορβηγικά - sta, peismomenos
  • πειστικός στα νορβηγικά - overbevisende, overbevis, bevisende, bevis, overbevise
  • πελάτης στα νορβηγικά - kunde, klient, kunden, kundeservice, kundens
Τυχαίες λέξεις
Πειστήριο στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: bevis, utstillings, utstilling, utstillingen, utstillingsområde