Πειστήριο στα σλοβακικά
Μετάφραση: πειστήριο, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dôkaz, exponát, exhibit, vystavovať
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειστήριο
πειστήριο συνώνυμα, πειστήριο λεξικό γλώσσας σλοβακικά, πειστήριο στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- πεισματικά στα σλοβακικά - tvrdohlavo, zanovito, tvrdošijne, vypestovali tvrdohlavý
- πεισμωμένος στα σλοβακικά - tvrdohlavý, peismomenos
- πειστικός στα σλοβακικά - nezvratný, presvedčivý, presvedčivé
- πελάτης στα σλοβακικά - klient, zákazník, zákazníka, zákazníkom
Τυχαίες λέξεις
Πειστήριο στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: dôkaz, exponát, exhibit, vystavovať
Μεταφράσεις: dôkaz, exponát, exhibit, vystavovať