Προσκτώμαι στα νορβηγικά

Μετάφραση: προσκτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
prosktomai
Προσκτώμαι στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσκτώμαι

προσκτώμαι λεξικό γλώσσας νορβηγικά, προσκτώμαι στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • προσκομίζω στα νορβηγικά - fremstille, produsere, lage, adduce, anføre, fremlegge, påberope seg, ...
  • προσκρούω στα νορβηγικά - bump, støte, brak, støter, dunke
  • προσκυνητής στα νορβηγικά - pilegrim, pilgrim, pilegrims, pilegrimen
  • προσκόλληση στα νορβηγικά - etterlevelse, tilslutning, overholdelse, overholdelse av, etterlevelse av
Τυχαίες λέξεις
Προσκτώμαι στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: prosktomai