Προσκτώμαι στα φινλανδικά
Μετάφραση: προσκτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jäsen, liittyä, prosktomai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσκτώμαι
προσκτώμαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, προσκτώμαι στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- προσκομίζω στα φινλανδικά - pystyttää, kasvaa, valmistaa, saada, aiheuttaa, aikaansaada, kasvattaa, ...
- προσκρούω στα φινλανδικά - ryske, romahdus, rytinä, selkkaus, riidellä, ryskyä, kärhämä, ...
- προσκυνητής στα φινλανδικά - toivioretkeläinen, pyhiinvaeltaja, Pilgrim, pyhiinvaelluksella, pyhiinvaeltajan, pyhiinvaeltajien
- προσκόλληση στα φινλανδικά - kiinnittyminen, noudattaminen, noudattamista, noudattamisen, noudattaa
Τυχαίες λέξεις
Προσκτώμαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: jäsen, liittyä, prosktomai
Μεταφράσεις: jäsen, liittyä, prosktomai