Συνδρομή στα νορβηγικά

Μετάφραση: συνδρομή, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
abonnement, abonnements, abonnementet, Tegnings, medlemskap
Συνδρομή στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνδρομή

συνδρομή εβεα, συνδρομή νόμος, συνδρομή μετάφραση στα αγγλικά, συνδρομή holmes place, συνδρομή nova, συνδρομή λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συνδρομή στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • συνδετήρας στα νορβηγικά - klemme, klippe, klipp, clip, klippet, klips
  • συνδετικός στα νορβηγικά - connective, binde, forbindelses, bindevev
  • συνδρομητής στα νορβηγικά - abonnent, abonnenten, abonnentens, abonnements
  • συνδυάζω στα νορβηγικά - forbinde, kombinere, kombinerer, kombineres, skurtreskere, skurtreskere på
Τυχαίες λέξεις
Συνδρομή στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: abonnement, abonnements, abonnementet, Tegnings, medlemskap