Συνδρομή στα πολωνικά

Μετάφραση: συνδρομή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
prenumerata, podpis, składka, zbiórka, datek, przedpłata, subskrypcja, abonament, subskrypcyjny, subskrypcji
Συνδρομή στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνδρομή

συνδρομή εβεα, συνδρομή νόμος, συνδρομή μετάφραση στα αγγλικά, συνδρομή holmes place, συνδρομή nova, συνδρομή λεξικό γλώσσας πολωνικά, συνδρομή στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • συνδετήρας στα πολωνικά - zszywać, ciąć, spinacz, przypinać, zaczep, strzyża, teledysk, ...
  • συνδετικός στα πολωνικά - spójnik, łączący, łącznej, łączna, łączną
  • συνδρομητής στα πολωνικά - subskrybent, abonent, prenumerator, abonenta, abonentem, subskrybenta
  • συνδυάζω στα πολωνικά - kombinować, zbiegać, połączyć, łączyć, wiązać, złączyć, zrzeszać, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνδρομή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: prenumerata, podpis, składka, zbiórka, datek, przedpłata, subskrypcja, abonament, subskrypcyjny, subskrypcji