Οροπέδιο στα ολλανδικά

Μετάφραση: οροπέδιο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
plat, plateau, blad, bordes, hoogvlakte, plateau van
Οροπέδιο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οροπέδιο

οροπέδιο αγ. τριάδας καλοσκοπής φωκίδας, οροπέδιο νίδας, οροπέδιο λασιθίου, οροπέδιο της νίδας, οροπέδιο λασιθίου ξενώνες, οροπέδιο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, οροπέδιο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • οροθετώ στα ολλανδικά - afbakenen, bakenen, af te bakenen, te bakenen, afbakening
  • ορολογία στα ολλανδικά - vakwoordenboek, terminologie, nomenclatuur, de terminologie, termen, terminologische, terminologie van
  • οροφή στα ολλανδικά - dak, kap, overkapping, het dak, dakterras, dak van
  • ορτύκι στα ολλανδικά - kwartel, kwartels, Quail, kwartels van, De Kwartels
Τυχαίες λέξεις
Οροπέδιο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: plat, plateau, blad, bordes, hoogvlakte, plateau van