Έμβασμα στα ουγγρικά

Μετάφραση: έμβασμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
átutalás, átutalási, átutalással, átutalásra, átutalást
Έμβασμα στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έμβασμα

έμβασμα σε τραπεζικό λογαριασμό, έμβασμα σε λογαριασμό ετε, έμβασμα λεξικό, έμβασμα sepa, έμβασμα από κύπρο, έμβασμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, έμβασμα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • έλος στα ουγγρικά - mocsár, Marsh, mocsári, a mocsári, mocsárra
  • έλυτρο στα ουγγρικά - hüvely, tok, köpeny, burkolat, burok
  • έμβολο στα ουγγρικά - regiszterszelep, dugattyú, játszószelep, dugattyús, dugattyút, dugattyúval
  • έμβρυο στα ουγγρικά - embrió, magzat, magzatra, magzatot, magzatban, fetus
Τυχαίες λέξεις
Έμβασμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: átutalás, átutalási, átutalással, átutalásra, átutalást