Έμβασμα στα ρουμανικά
Μετάφραση: έμβασμα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
remitere, remitențe, de remitențe, remitențelor, remiterea
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έμβασμα
έμβασμα σε τραπεζικό λογαριασμό, έμβασμα σε λογαριασμό ετε, έμβασμα λεξικό, έμβασμα sepa, έμβασμα από κύπρο, έμβασμα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, έμβασμα στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- έλος στα ρουμανικά - mlaştină, mlaștină, Marsh, mlastina, de mlaștină, balta
- έλυτρο στα ρουμανικά - teacă, înveliș, manta, teaca, tecii
- έμβολο στα ρουμανικά - piston, pistonului, cu piston, de piston, pistonul
- έμβρυο στα ρουμανικά - embrion, fetus, făt, fat, fătului, fatului
Τυχαίες λέξεις
Έμβασμα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: remitere, remitențe, de remitențe, remitențelor, remiterea
Μεταφράσεις: remitere, remitențe, de remitențe, remitențelor, remiterea