Έμβασμα στα πολωνικά

Μετάφραση: έμβασμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przelew, wypłata, przesyłka, wpłata, przekaz, rymesa, dotyczące przekazu, remittance, transferu tych sum
Έμβασμα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έμβασμα

έμβασμα σε τραπεζικό λογαριασμό, έμβασμα σε λογαριασμό ετε, έμβασμα λεξικό, έμβασμα sepa, έμβασμα από κύπρο, έμβασμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, έμβασμα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • έλος στα πολωνικά - trzęsawisko, zalewisko, zanurzyć, błotnistość, bagno, zalać, pogrążyć, ...
  • έλυτρο στα πολωνικά - obłuskiwać, plewa, łupać, łuska, łuszczyć, łupinka, łuskać, ...
  • έμβολο στα πολωνικά - tłok, recenzja, prasa, tłoczek, tłoka, tłokowe, tłokowy
  • έμβρυο στα πολωνικά - embrion, zarodek, zalążek, płód, płodu, fetus, płodem
Τυχαίες λέξεις
Έμβασμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: przelew, wypłata, przesyłka, wpłata, przekaz, rymesa, dotyczące przekazu, remittance, transferu tych sum