Έμβασμα στα σουηδικά
Μετάφραση: έμβασμα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
remittering, remittance, remitterings, översändande, betalningsförmedling
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έμβασμα
έμβασμα σε τραπεζικό λογαριασμό, έμβασμα σε λογαριασμό ετε, έμβασμα λεξικό, έμβασμα sepa, έμβασμα από κύπρο, έμβασμα λεξικό γλώσσας σουηδικά, έμβασμα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- έλος στα σουηδικά - träsk, moras, kärr, marsh, träsket, kärret
- έλυτρο στα σουηδικά - skal, mantel, slida, manteln
- έμβολο στα σουηδικά - kolv, kolven, kolvens
- έμβρυο στα σουηδικά - foster, fostret, fostrets, fetus
Τυχαίες λέξεις
Έμβασμα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: remittering, remittance, remitterings, översändande, betalningsförmedling
Μεταφράσεις: remittering, remittance, remitterings, översändande, betalningsförmedling