Ισχυρισμός στα ουγγρικά
Μετάφραση: ισχυρισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
követelés, igény, igénypont, állítás, állítást
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχυρισμός
οψιγενής ισχυρισμός, αλυσιτελής ισχυρισμός, ισχυρισμόσ english, αίολος ισχυρισμός, διατροφικός ισχυρισμός, ισχυρισμός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ισχυρισμός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ισχνός στα ουγγρικά - egyenetlen, híg, csenevész, kusza, bozontos
- ισχυρίζομαι στα ουγγρικά - követelés, igény, igénypont, állítás, állítást
- ισχυρογνώμονας στα ουγγρικά - csökönyös, makacs, konok, makacsok, hajthatatlan
- ισχυρογνώμων στα ουγγρικά - akaratos, makacs, önfejű, nyakas, konok
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρισμός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: követelés, igény, igénypont, állítás, állítást
Μεταφράσεις: követelés, igény, igénypont, állítás, állítást