Ισχυρισμός στα σλοβακικά
Μετάφραση: ισχυρισμός, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nárok, právo, nároku, oprávnený, oprávnené
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχυρισμός
οψιγενής ισχυρισμός, αλυσιτελής ισχυρισμός, ισχυρισμόσ english, αίολος ισχυρισμός, διατροφικός ισχυρισμός, ισχυρισμός λεξικό γλώσσας σλοβακικά, ισχυρισμός στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- ισχνός στα σλοβακικά - tenký, slabý, neduživý, maličký, drsný, drobný, neudržovaný, ...
- ισχυρίζομαι στα σλοβακικά - nárok, právo, nároku, oprávnený, oprávnené
- ισχυρογνώμονας στα σλοβακικά - neústupný, tvrdohlavý, zaťatý, zatvrdený, zatvrdnutý
- ισχυρογνώμων στα σλοβακικά - tvrdohlavý, svojhlavý, a svojhlavý, hlavatý
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρισμός στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: nárok, právo, nároku, oprávnený, oprávnené
Μεταφράσεις: nárok, právo, nároku, oprávnený, oprávnené