Ισχυρισμός στα ρουμανικά
Μετάφραση: ισχυρισμός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
revendicare, revendicării, revendicarea, conform revendicării, cerere
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχυρισμός
οψιγενής ισχυρισμός, αλυσιτελής ισχυρισμός, ισχυρισμόσ english, αίολος ισχυρισμός, διατροφικός ισχυρισμός, ισχυρισμός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ισχυρισμός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ισχνός στα ρουμανικά - scraggly
- ισχυρίζομαι στα ρουμανικά - revendicare, revendicării, revendicarea, conform revendicării, cerere
- ισχυρογνώμονας στα ρουμανικά - încăpățânat, îndărătnic, insensibil, aspru, nesimțitor
- ισχυρογνώμων στα ρουμανικά - încăpăţânat, încăpățânat, incapatanata, încăpățânată, incapatanat, încăpățânați
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρισμός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: revendicare, revendicării, revendicarea, conform revendicării, cerere
Μεταφράσεις: revendicare, revendicării, revendicarea, conform revendicării, cerere