Οδηγώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: οδηγώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kocsifelhajtó, mozgalom, labdaütés, hajtás, meghajtó, autóútra, meghajtót
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδηγώ
οδηγώ παθητική μετοχή, οδηγώ και πίνω, οδηγώ συνώνυμο, οδηγώ συνωνυμα, οδηγώ και είμαι λιώμα, οδηγώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, οδηγώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- οδηγία στα ουγγρικά - irányelv, irányelvben, irányelvnek, az irányelv, irányelvet
- οδηγός στα ουγγρικά - útikönyv, útmutató, példamutatás, útikalauz, kalauz, irányítani, vezető, ...
- οδοιπορία στα ουγγρικά - költözés, március, felvonulás, márciusában, menetelés, menet
- οδοντίατρος στα ουγγρικά - fogorvos, fogász, fogorvoshoz, fogorvosa, fogorvosnak
Τυχαίες λέξεις
Οδηγώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kocsifelhajtó, mozgalom, labdaütés, hajtás, meghajtó, autóútra, meghajtót
Μεταφράσεις: kocsifelhajtó, mozgalom, labdaütés, hajtás, meghajtó, autóútra, meghajtót