Οδηγώ στα σλοβενικά

Μετάφραση: οδηγώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
peljati, voziti, bonit, pogon, drive, disk, vožnje
Οδηγώ στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οδηγώ

οδηγώ παθητική μετοχή, οδηγώ και πίνω, οδηγώ συνώνυμο, οδηγώ συνωνυμα, οδηγώ και είμαι λιώμα, οδηγώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, οδηγώ στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • οδηγία στα σλοβενικά - direktiva, smernice, Direktivo, direktiva o, direktive, Direktivi
  • οδηγός στα σλοβενικά - direktiva, šofér, vodič, vodnik, usmerjanje, vodil, vodilo
  • οδοιπορία στα σλοβενικά - march, marec, pohod, marš, koračnica
  • οδοντίατρος στα σλοβενικά - zobozdravnik, dentist, zobozdravnika, zobozdravniku, Zobozdravniki
Τυχαίες λέξεις
Οδηγώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: peljati, voziti, bonit, pogon, drive, disk, vožnje