Οδηγώ στα τούρκικα

Μετάφραση: οδηγώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sürücü, tahrik, sürücüsü, disk, mesafededir
Οδηγώ στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οδηγώ

οδηγώ παθητική μετοχή, οδηγώ και πίνω, οδηγώ συνώνυμο, οδηγώ συνωνυμα, οδηγώ και είμαι λιώμα, οδηγώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, οδηγώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • οδηγία στα τούρκικα - yönerge, Direktifi, Direktif, Yönergesi, Direktifinin
  • οδηγός στα τούρκικα - şoför, kılavuz, rehber, sürücü, rehberlik, yol, kılavuzu
  • οδοιπορία στα τούρκικα - marş, Mart, march, yürüyüşü, yürüyüş
  • οδοντίατρος στα τούρκικα - dişçi, diş hekiminiz, diş hekimi, hekiminiz, dişhekimi
Τυχαίες λέξεις
Οδηγώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sürücü, tahrik, sürücüsü, disk, mesafededir