Προσάρτημα στα ουγγρικά
Μετάφραση: προσάρτημα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vakbél, féregnyúlvány, mellékletet, mellékletként, melléklet, rögzítési, csatolt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσάρτημα
προσάρτημα βυθιζόμενης φρέζας (335), προσάρτημα ισολογισμού υποδειγμα, προσάρτημα αγγλικά, προσάρτημα mini saw (670), προσάρτημα επε, προσάρτημα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, προσάρτημα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- προς στα ουγγρικά - tájt, irányában, küszöbönálló, hogy, a, az, kell
- προσάναμμα στα ουγγρικά - gyújtós, alágyújtós, tapló, tinder, taplót, a tapló
- προσέγγιση στα ουγγρικά - szemléletmód, szemlélet, beállítás, közeledés, megközelítés, megközelítést, megközelítése, ...
- προσήλωση στα ουγγρικά - dedikáció, dedikálás, felszentelés, odaadás, elkötelezettség, elkötelezettsége, elkötelezettségét
Τυχαίες λέξεις
Προσάρτημα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vakbél, féregnyúlvány, mellékletet, mellékletként, melléklet, rögzítési, csatolt
Μεταφράσεις: vakbél, féregnyúlvány, mellékletet, mellékletként, melléklet, rögzítési, csatolt