Συνδετικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: συνδετικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
összekötő, köt, kötőszöveti, kötőszövet, kötő-
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνδετικός
συνδετικός λειτουργός, συνδετικός κρίκος αγγλικά, συνδετικός κρίκος, συνδετικός ιστός, συνδετικός συνώνυμα, συνδετικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συνδετικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συνδέω στα ουγγρικά - fáklya, megbetegedés, illesztés, csatlakoztassa, kapcsolódni, csatlakozni, csatlakoztatni, ...
- συνδετήρας στα ουγγρικά - juhnyírás, gyapotszál, nyírás, legfontosabb, szorítóbilincs, tölténykarima, rakodóhely, ...
- συνδρομή στα ουγγρικά - adakozás, előfizetés, előfizetési, jegyzési, subscription, előfizetéses
- συνδρομητής στα ουγγρικά - előfizető, előfizetői, elõfizetõi, előfizetőnek, előfizetőt
Τυχαίες λέξεις
Συνδετικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: összekötő, köt, kötőszöveti, kötőszövet, kötő-
Μεταφράσεις: összekötő, köt, kötőszöveti, kötőszövet, kötő-