Σωφρονιστήριο στα ουγγρικά
Μετάφραση: σωφρονιστήριο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
börtön, büntetés- végrehajtási
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωφρονιστήριο
σωφρονιστήριο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σωφρονιστήριο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σωστός στα ουγγρικά - tisztességtudó, jogosság, pontos, igazi, jog, ildomos, igazságosság, ...
- σωτηρία στα ουγγρικά - üdvösség, üdvözítés, üdvözülés, megváltás, üdvösséget, megváltást
- σωφροσύνη στα ουγγρικά - érzet, bölcsesség, óvatosság, az óvatosság, óvatosságból, óvatossági, elővigyázatosságra
- σόμπα στα ουγγρικά - radiátor, tűzhely, kályha, tűzhellyel, főzőlap, tűzhelyek
Τυχαίες λέξεις
Σωφρονιστήριο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: börtön, büntetés- végrehajtási
Μεταφράσεις: börtön, büntetés- végrehajtási