Σωφρονιστήριο στα ουκρανικά
Μετάφραση: σωφρονιστήριο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
в'язниця, тюрма, тюрьма, в`язниця, в'язницю
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωφρονιστήριο
σωφρονιστήριο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σωφρονιστήριο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σωστός στα ουκρανικά - оснастка, точний, оснащення, вірний, виправити, схильність, снасті, ...
- σωτηρία στα ουκρανικά - рятування, рятівник, спаситель, порятунок, спасіння, врятування
- σωφροσύνη στα ουκρανικά - почувати, металічний, твердий, жорсткий, ханжа, почуття, рація, ...
- σόμπα στα ουκρανικά - випромінюючий, плита
Τυχαίες λέξεις
Σωφρονιστήριο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: в'язниця, тюрма, тюрьма, в`язниця, в'язницю
Μεταφράσεις: в'язниця, тюрма, тюрьма, в`язниця, в'язницю