Τραυλίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: τραυλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
dadogás, dadog, dadogva, dadognak, hebeg
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τραυλίζω
τραυλίζω στα αγγλικά, τραυλίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τραυλίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- τραπεζοειδής στα ουγγρικά - trapéz, trapéz alakú, trapéztetőkhöz, trapezoid, trapézlemez
- τραπεζοκόμος στα ουγγρικά - pincér, pincérnek, pincért, pincérrel
- τραυλισμός στα ουγγρικά - selypítés, dadogás, dadogó, a dadogás, akadozó
- τραυματίζω στα ουγγρικά - megsebesít, kárt, megsérül, sérülést, károsítja
Τυχαίες λέξεις
Τραυλίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: dadogás, dadog, dadogva, dadognak, hebeg
Μεταφράσεις: dadogás, dadog, dadogva, dadognak, hebeg