Τραυλίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: τραυλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заїкання, заїкуватість, заїкатися, задавака
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τραυλίζω
τραυλίζω στα αγγλικά, τραυλίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τραυλίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τραπεζοειδής στα ουκρανικά - трапецієподібний, трапецієвидний
- τραπεζοκόμος στα ουκρανικά - офіціант, Официант
- τραυλισμός στα ουκρανικά - лісабонський, лісабон, заїкання, заїкуватість
- τραυματίζω στα ουκρανικά - потенційний, ранити, поранити
Τυχαίες λέξεις
Τραυλίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: заїкання, заїкуватість, заїкатися, задавака
Μεταφράσεις: заїкання, заїкуватість, заїкатися, задавака