Τραυλίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: τραυλίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stamma, stamning, stammer, stammade
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τραυλίζω
τραυλίζω στα αγγλικά, τραυλίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, τραυλίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- τραπεζοειδής στα σουηδικά - trapets, trapetsformig, trapetsformad, trapetsformade, trapetsformat
- τραπεζοκόμος στα σουηδικά - servitör, servitören, kyparen
- τραυλισμός στα σουηδικά - läspa, läspning, stamning, stammande, stamningen, stamma, stamn
- τραυματίζω στα σουηδικά - skada, såra, sår, skottsår, skadar, att skada, sårar
Τυχαίες λέξεις
Τραυλίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: stamma, stamning, stammer, stammade
Μεταφράσεις: stamma, stamning, stammer, stammade