Άναυδος στα ουκρανικά
Μετάφραση: άναυδος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
онімілий, німий, німою, німої, німій, безмовний, приголомшений, ошелешений, очманілий
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άναυδος
άναυδος συνώνυμο, άναυδος blog, άναυδος λεξικο, άναυδος έμεινε το μεσημέρι ένας ψαράς στην πρέβεζα όταν διαπίστωσε, άναυδος ετυμολογία, άναυδος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άναυδος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- άμυνα στα ουκρανικά - оборонний, оборона, оправдання, оборони
- άναρθρος στα ουκρανικά - невміло, невправно, невиразний, невиразна, невиразне, невиразну
- άνδρας στα ουκρανικά - матуся, людина, осіб, чоловік, людей
- άνεμος στα ουκρανικά - здригання, вітер
Τυχαίες λέξεις
Άναυδος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: онімілий, німий, німою, німої, німій, безмовний, приголомшений, ошелешений, очманілий
Μεταφράσεις: онімілий, німий, німою, німої, німій, безмовний, приголомшений, ошелешений, очманілий