Γηγενής στα ουκρανικά
Μετάφραση: γηγενής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
корінний, тубілець, тубільний, місцевий, місний, місцевого, місцева
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γηγενής
γηγενής wikipedia, γηγενής συνώνυμο, άπας γηγενής, γηγενής ομιλητής, γηγενήσ ετυμολογία, γηγενής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γηγενής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γεύση στα ουκρανικά - присмак, суть, смакуйте, уподобання, покуштувати, смак, аромат, ...
- γη στα ουκρανικά - ґрунт, суша, земля, підставу, цілком, полігон
- για στα ουκρανικά - середнє-з, протягом, для, усюди, на, від, за, ...
- γιαγιά στα ουκρανικά - баба, бабуся, бабця, бабушка, бабусю
Τυχαίες λέξεις
Γηγενής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: корінний, тубілець, тубільний, місцевий, місний, місцевого, місцева
Μεταφράσεις: корінний, тубілець, тубільний, місцевий, місний, місцевого, місцева