Γηγενής στα τούρκικα
Μετάφραση: γηγενής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yerli, yerel, özgü, doğal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γηγενής
γηγενής wikipedia, γηγενής συνώνυμο, άπας γηγενής, γηγενής ομιλητής, γηγενήσ ετυμολογία, γηγενής λεξικό γλώσσας τούρκικα, γηγενής στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- γεύση στα τούρκικα - tercih, beğeni, tat, tadı, lezzet, bir tat, damak
- γη στα τούρκικα - yer, neden, arsa, zemin, dip, yeryüzü, toprak, ...
- για στα τούρκικα - etrafında, etrafına, için, yönelik, üzere, hakkında, nedeniyle
- γιαγιά στα τούρκικα - ene, büyükanne, büyükannesi, büyükannem, anneannem, büyükanneniz
Τυχαίες λέξεις
Γηγενής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yerli, yerel, özgü, doğal
Μεταφράσεις: yerli, yerel, özgü, doğal