Δόκιμος στα ουκρανικά
Μετάφραση: δόκιμος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
учень, підмайстер, кадет, кадетів, кадете
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόκιμος
δόκιμος έφεδρος αξιωματικός wiki, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μισθός, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μονιμοποίηση, δόκιμος αξιωματικός, δόκιμος όρος, δόκιμος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δόκιμος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δωσιδικία στα ουκρανικά - обов'язки, борги, пасиви, зобов'язання, юрисдикція, юрисдикцію
- δόγμα στα ουκρανικά - догмат, вчення, навчання, учення
- δόλιος στα ουκρανικά - нечесний, усамітнений, обманний, відокремлений, обманливий, брехливий, блукаючий, ...
- δόλος στα ουκρανικά - шахрай, облуда, афера, обман, підроблення, облуду, оману
Τυχαίες λέξεις
Δόκιμος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: учень, підмайстер, кадет, кадетів, кадете
Μεταφράσεις: учень, підмайстер, кадет, кадетів, кадете