Επίπλωση στα ουκρανικά

Μετάφραση: επίπλωση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
постачання, прикраси, устаткування, окраси, меблювання, меблі, меблюванню, вмеблювання, умеблювання
Επίπλωση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίπλωση

επιπλωση σπιτιού, επίπλωση γκαρσονιέρας, επίπλωση παιδικού δωματίου, επίπλωση κουζίνασ, επίπλωση φαρμακείου, επίπλωση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επίπλωση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επίπλευση στα ουκρανικά - плаваючий, коливний, рухомий, плавання, флотация, флотація, флотації
  • επίπληξη στα ουκρανικά - денаціоналізувати, відновлений, прочухан, лайка, докір, закид
  • επίπονος στα ουκρανικά - ревний, крутій, крутої, крутий, крутою, трудомісткий
  • επίπτωση στα ουκρανικά - впливовість, розкаюваний, реструктурування, ув'язнення, висновок, неважливий, реструктуризація, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίπλωση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: постачання, прикраси, устаткування, окраси, меблювання, меблі, меблюванню, вмеблювання, умеблювання