Επίπλωση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επίπλωση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
móveis, mobília, mobiliário, com mobiliário, mobiliário de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίπλωση
επιπλωση σπιτιού, επίπλωση γκαρσονιέρας, επίπλωση παιδικού δωματίου, επίπλωση κουζίνασ, επίπλωση φαρμακείου, επίπλωση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επίπλωση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επίπλευση στα πορτογαλικά - flutuação, flotação, de flutuação, de flotação, flutuação de
- επίπληξη στα πορτογαλικά - representante, reprimenda, repreensão, censura, reprovação, repreender
- επίπονος στα πορτογαλικά - laborioso, trabalhoso, laboriosa, trabalhosa, laborious
- επίπτωση στα πορτογαλικά - restrito, conclusão, resultar, redundar, efeitos, impressão, consequência, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίπλωση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: móveis, mobília, mobiliário, com mobiliário, mobiliário de
Μεταφράσεις: móveis, mobília, mobiliário, com mobiliário, mobiliário de