Θελκτικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: θελκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спокусливий, вибірка, добірка
Θελκτικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θελκτικός

θελκτικός συνώνυμα, θελκτικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, θελκτικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • θεατής στα ουκρανικά - глядач
  • θεατρικός στα ουκρανικά - театральний, театрального, театральна
  • θεμέλιο στα ουκρανικά - фонове, засада, фоновий, основа, засновування, фундамент, фон, ...
  • θεματοφύλακας στα ουκρανικά - опікун, депозитарій, депозитарію
Τυχαίες λέξεις
Θελκτικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: спокусливий, вибірка, добірка