Συμπληρωματικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: συμπληρωματικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
додатковий, додаткове, додаткову, додаткова, додаткового
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπληρωματικός
συμπληρωματικός φόρος 3, συμπληρωματικός φόρος μισθωμάτων 2014, συμπληρωματικός φόρος στο εισόδημα από ακίνητα, συμπληρωματικός φόρος μισθωμάτων, συμπληρωματικός φόρος ακινήτων, συμπληρωματικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συμπληρωματικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συμπλέκομαι στα ουκρανικά - скандальте, дзюрчати, бійка, драка
- συμπλήρωμα στα ουκρανικά - ад'юнкт, додавати, комплект, доповнювати, додаток, прикладення, доповнити, ...
- συμπληρώνω στα ουκρανικά - доповнити, додаток, доповнювати, доповнення, тягнути, животіти, волочити, ...
- συμπλοκή στα ουκρανικά - потріпати, бійка, протирати, зношувати, зіткнення, драка
Τυχαίες λέξεις
Συμπληρωματικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: додатковий, додаткове, додаткову, додаткова, додаткового
Μεταφράσεις: додатковий, додаткове, додаткову, додаткова, додаткового