Συμπληρωματικός στα γερμανικά
Μετάφραση: συμπληρωματικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zusätzlich, ergänzende, nachträglich, komplementär, ergänzend, komplementären, komplementäre
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπληρωματικός
συμπληρωματικός φόρος 3, συμπληρωματικός φόρος μισθωμάτων 2014, συμπληρωματικός φόρος στο εισόδημα από ακίνητα, συμπληρωματικός φόρος μισθωμάτων, συμπληρωματικός φόρος ακινήτων, συμπληρωματικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, συμπληρωματικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- συμπλέκομαι στα γερμανικά - schlägerei, handgemenge, party, Gedränge, scrimmage, Angriffslinie, Angriffs, ...
- συμπλήρωμα στα γερμανικά - zusatz, beigabe, nachtrag, attribut, ergänzung, zubehör, feuilleton, ...
- συμπληρώνω στα γερμανικά - ergänzung, nachtrag, beilage, beiheft, zusatz, feuilleton, anhang, ...
- συμπλοκή στα γερμανικά - tätlichkeiten, handgreiflichkeiten, handgemenge, gefecht, schlägerei, gewühl, Rauferei, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμπληρωματικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zusätzlich, ergänzende, nachträglich, komplementär, ergänzend, komplementären, komplementäre
Μεταφράσεις: zusätzlich, ergänzende, nachträglich, komplementär, ergänzend, komplementären, komplementäre