Δοχείο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: δοχείο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
recipiente, contentor, contêiner, recipiente de, contentores
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοχείο
δοχείο αδράνειας, δοχείο εκκίνησης για άναμμα κάρβουνων, δοχείο διαστολής, δοχείο διαστολής καλοριφερ, δοχείο διαστολής wilo, δοχείο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, δοχείο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- δουλειές στα πορτογαλικά - indústria, empreitada, carga, profissão, coisa, caso, arte, ...
- δουλεύω στα πορτογαλικά - labor, laborar, trabalhar, palavra, trabalho, obra, trabalhos, ...
- δούλος στα πορτογαλικά - cativo, escravo, chacinar, escravos, escrava, de escravos, slave
- δράκος στα πορτογαλικά - dragão, do dragão, de dragão, dragão de, dragão do
Τυχαίες λέξεις
Δοχείο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: recipiente, contentor, contêiner, recipiente de, contentores
Μεταφράσεις: recipiente, contentor, contêiner, recipiente de, contentores