Εμπειρία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εμπειρία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
experimentar, apalpar, ta tear, caro, sentir, experiência, experiência de, experiências, a experiência, de experiência
Εμπειρία στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπειρία

εμπειρία εκδοτική, εμπειρία ζωής, εμπειρία ετυμολογία, εμπειρία και εκπαίδευση dewey, εμπειρία συνώνυμα, εμπειρία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εμπειρία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εμπαικτικός στα πορτογαλικά - zombeteiro, zombaria, zombeteira, zombador, zombando
  • εμπεδώνω στα πορτογαλικά - poder, fortificar, reforçar, consolidar, esforçar, força, empedono
  • εμπειρογνώμονας στα πορτογαλικά - experimentar, jeitoso, ágil, experiência, esperto, hábil, perito, ...
  • εμπειρογνώμων στα πορτογαλικά - hábil, esperto, experimentar, perito, jeitoso, ágil, experiência, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμπειρία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: experimentar, apalpar, ta tear, caro, sentir, experiência, experiência de, experiências, a experiência, de experiência