Ανοιχτοχέρης στα ρουμανικά
Μετάφραση: ανοιχτοχέρης, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
generos, cu mână largă
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοιχτοχέρης
ανοιχτοχέρης συνώνυμα, ανοιχτοχέρησ συνώνυμο, ανοιχτοχέρης λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ανοιχτοχέρης στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ανοικτός στα ρουμανικά - deschide, cinstit, deschis, Deschideți, deschisă, A deschide, deschise
- ανοιχτά στα ρουμανικά - deschis, mod deschis, în mod deschis, pe față, in mod deschis
- ανοιχτός στα ρουμανικά - deschide, deschis, Deschideți, deschisă, A deschide, deschise
- ανοξείδωτος στα ρουμανικά - inoxidabil, inox, inoxidabil de, inoxidabile
Τυχαίες λέξεις
Ανοιχτοχέρης στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: generos, cu mână largă
Μεταφράσεις: generos, cu mână largă