Ανοιχτοχέρης στα σουηδικά

Μετάφραση: ανοιχτοχέρης, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
generös, open, Öppna, öppen, öppet
Ανοιχτοχέρης στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανοιχτοχέρης

ανοιχτοχέρης συνώνυμα, ανοιχτοχέρησ συνώνυμο, ανοιχτοχέρης λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανοιχτοχέρης στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ανοικτός στα σουηδικά - öppna, öppen, öppet, Open
  • ανοιχτά στα σουηδικά - öppet, öppen, att öppet, ett öppet
  • ανοιχτός στα σουηδικά - öppen, öppna, öppet, Open
  • ανοξείδωτος στα σουηδικά - rostfritt, av rostfritt, i rostfritt, rostfria, rost
Τυχαίες λέξεις
Ανοιχτοχέρης στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: generös, open, Öppna, öppen, öppet