Δαγκώνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: δαγκώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
muşcătură, mușca, musca, muște, muscatura, mușcă
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δαγκώνω
τον δαγκώνω, δαγκώνω τη λαμαρίνα, δαγκώνω τα χείλη, δαγκώνω στα γαλλικά, δαγκώνω ονειροκρίτης, δαγκώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, δαγκώνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- δίψα στα ρουμανικά - sete, setea, de sete, setei, însetați
- δαίμονας στα ρουμανικά - demon, demonul, demoni, demonică, drac
- δακτυλίδι στα ρουμανικά - inel, suna, ring, inel de, ciclu, inelar
- δακτυλογραφώ στα ρουμανικά - tip, dactilografia, dactilografiați
Τυχαίες λέξεις
Δαγκώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: muşcătură, mușca, musca, muște, muscatura, mușcă
Μεταφράσεις: muşcătură, mușca, musca, muște, muscatura, mușcă