Διεκδικώ στα ρουμανικά

Μετάφραση: διεκδικώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
afirma, conflict, afirme, afirmă, susțin, afirmăm
Διεκδικώ στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διεκδικώ

διεκδικώ αγγλικά, διεκδικώ translation, διεκδικώ μετάφραση αγγλικά, διεκδικώ προστακτική, διεκδικώ ετυμολογία, διεκδικώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, διεκδικώ στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • διεισδυτικός στα ρουμανικά - penetrant, Intrusive, intruziv, intruzivă, intruzive, intruziune
  • διεκδίκηση στα ρουμανικά - revendicare, revendicării, revendicarea, conform revendicării, cerere
  • διεκπεραίωση στα ρουμανικά - tranzacţie, manipulare, manipularea, de manipulare, manevrare, manevrarea
  • διενέργεια στα ρουμανικά - îndemânare, efectuarea, desfășurarea, realizarea, conducerea, efectuează
Τυχαίες λέξεις
Διεκδικώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: afirma, conflict, afirme, afirmă, susțin, afirmăm