Ιδιότροπος στα ρουμανικά
Μετάφραση: ιδιότροπος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bizar, capricios, capricioasă, straniu, ciudat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιότροπος
ιδιότροπος λεξικό, ιδιότροπος συνωνυμα, ιδιότροπος in english, ιδιότροπος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ιδιότροπος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ιδιόμορφος στα ρουμανικά - caraghios, singular, unic, ciudat, specific, deosebit, special, ...
- ιδιότητα στα ρουμανικά - atribut, proprietate, proprietatea, proprietății, de proprietate, hotel
- ιδού στα ρουμανικά - iată, Lo, Min, iată că, Noapte
- ιδρυτής στα ρουμανικά - fondator, fondatorul, fondatorului, fondatoare, fondatoarea
Τυχαίες λέξεις
Ιδιότροπος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: bizar, capricios, capricioasă, straniu, ciudat
Μεταφράσεις: bizar, capricios, capricioasă, straniu, ciudat