Ιδιότροπος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ιδιότροπος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
непостојана, чуден, змија
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιότροπος
ιδιότροπος λεξικό, ιδιότροπος συνωνυμα, ιδιότροπος in english, ιδιότροπος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ιδιότροπος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ιδιόμορφος στα σλαβομακεδονικά - чудна, необичен, чудно, карактеристични, посебен
- ιδιότητα στα σλαβομακεδονικά - сопственост, имот, имотот, на имот, на имотот
- ιδού στα σλαβομακεδονικά - овде, Lo, ете, Ло, Еве
- ιδρυτής στα σλαβομακεδονικά - основачот, основач, основачот на, основоположник, основач на
Τυχαίες λέξεις
Ιδιότροπος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: непостојана, чуден, змија
Μεταφράσεις: непостојана, чуден, змија