Κούραση στα ρουμανικά

Μετάφραση: κούραση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
oboseală, oboseala, oboselii, fatigabilitate, de oboseală
Κούραση στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κούραση

κούραση στα μάτια, κούραση inter arma, κούραση και υπνηλία, κούραση συνώνυμα, κούραση και καρδιά, κούραση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κούραση στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • κούνια στα ρουμανικά - leagăn, swing, leagan, leagãn, pivotant
  • κούπα στα ρουμανικά - halbă, cana, cană, mug, cana de
  • κούρεμα στα ρουμανικά - tuns, tunsoare, salon de coafura, tunsoarea, haircut
  • κούρνια στα ρουμανικά - biban, stinghie, bibanul, salau, stinghia
Τυχαίες λέξεις
Κούραση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: oboseală, oboseala, oboselii, fatigabilitate, de oboseală