Ακοινώνητος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ακοινώνητος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
unsociable
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακοινώνητος
ειμαι ακοινώνητος, ακοινώνητος λεξικο, ακοινώνητος ορισμος, ακοινώνητος συνωνυμο, ακοινώνητος συνωνυμα, ακοινώνητος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ακοινώνητος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ακμαίος στα σλαβομακεδονικά - процут, процутот, цвета, просперитетниот, подем
- ακοή στα σλαβομακεδονικά - слух, слухот, слушнеме, сослушување, слушни
- ακολασία στα σλαβομακεδονικά - разузданост, безнравственост
- ακολουθία στα σλαβομακεδονικά - секвенца, редослед, низа, секвенцата, редоследот
Τυχαίες λέξεις
Ακοινώνητος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: unsociable
Μεταφράσεις: unsociable