Ελικοειδής στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ελικοειδής, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
спирален, спирална, спирала, спирални, спиралните
Ελικοειδής στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελικοειδής

ελικοειδής κίνηση, ελικοειδής κεραία, ελικοειδής αξονική τομογραφία, ελικοειδής σκάλα, ελικοειδής κολίτιδα, ελικοειδής λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ελικοειδής στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ελιά στα σλαβομακεδονικά - маслинката, маслиновото, маслинови, маслиново, маслинки, маслинесто
  • ελιγμός στα σλαβομακεδονικά - маневар, маневрирање, маневарски, маневарот, маневри
  • ελικόπτερο στα σλαβομακεδονικά - хеликоптер, хеликоптерот, хеликоптерска, хеликоптерски, хеликоптерската
  • ελκυστικός στα σλαβομακεδονικά - атрактивна, атрактивни, атрактивен, атрактивно, привлечни
Τυχαίες λέξεις
Ελικοειδής στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: спирален, спирална, спирала, спирални, спиралните