Ενισχύω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ενισχύω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
reenforce
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενισχύω
ενισχύω english, ενισχύω αντίθετο, ενισχύω αντίθετα, ενισχύω ετυμολογία, ενισχύω συνώνυμα, ενισχύω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ενισχύω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ενικός στα σλαβομακεδονικά - еднина, еднината, сингулар, единствена, единствено
- ενισχυτής στα σλαβομακεδονικά - засилувач, засилувачот, засилувач за, засилувач на, засилувачи
- εννέα στα σλαβομακεδονικά - девет, деветмина, деветте, на девет, од девет
- εννοώ στα σλαβομακεδονικά - значи, значело, значат, да значи, значи дека
Τυχαίες λέξεις
Ενισχύω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: reenforce
Μεταφράσεις: reenforce