Ενισχύω στα σουηδικά

Μετάφραση: ενισχύω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
backa, rygg, tillbaka, öka, styrka, stärka, bakåt, FÖRSTÄRKA
Ενισχύω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενισχύω

ενισχύω english, ενισχύω αντίθετο, ενισχύω αντίθετα, ενισχύω ετυμολογία, ενισχύω συνώνυμα, ενισχύω λεξικό γλώσσας σουηδικά, ενισχύω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ενικός στα σουηδικά - bisarr, besynnerlig, egen, sällsam, egendomlig, singular, singularis, ...
  • ενισχυτής στα σουηδικά - förstärkare, förstärkaren
  • εννέα στα σουηδικά - nio, nine
  • εννοώ στα σουηδικά - betyda, nedrig, elak, snål, betyder, menar, detta, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενισχύω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: backa, rygg, tillbaka, öka, styrka, stärka, bakåt, FÖRSTÄRKA