Εξουσία στα σλοβενικά
Μετάφραση: εξουσία, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mo, síla, možnost, produ, moč, power, moči, napajanje, servo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξουσία
εξουσία αποφθέγματα, εξουσία τι μπάλα παίζεις, εξουσία συνώνυμα, εξουσία ορισμός, εξουσία και ευημερία, εξουσία λεξικό γλώσσας σλοβενικά, εξουσία στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- εξοργισμένος στα σλοβενικά - besno, besni, besen, besna, jezen
- εξορκίζω στα σλοβενικά - exorcize
- εξουσιάζω στα σλοβενικά - kontrolní, kontrola, preglasuje, preglasiti, ovreči, preglasi, ovrže
- εξουσιοδοτούμαι στα σλοβενικά - am, sem, me, jaz
Τυχαίες λέξεις
Εξουσία στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: mo, síla, možnost, produ, moč, power, moči, napajanje, servo
Μεταφράσεις: mo, síla, možnost, produ, moč, power, moči, napajanje, servo